Όσοι έρχονται σε επαφή με το έργο του, είτε ως ηθοποιού είτε ως σκηνοθέτη είτε στη διασκευή και τη μετάφραση θεατρικών έργων, αναζητούν το όνομα του δημιουργού. Αλλά και οι συνάδελφοί του μιλούν για τις συνεργασίες τους με τα καλύτερα λόγια. Το καλοκαίρι περιόδευσε, και με τις τρεις του επαγγελματικές ιδιότητες, με την παράσταση «Μήδεια» του Μποστ, μια παράσταση που γέμισε θέατρα στις πολύ δύσκολες συνθήκες που επιχείρησε να ανέβει. Ο Νικορέστης Χανιωτάκης έχει εντυπωσιακές σπουδές: υποκριτική στο Θέατρο Τέχνης, ψυχολογία στο ΕΚΠΑ, ενώ είναι απόφοιτος δημοσιογραφίας και του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Σκηνοθεσίας του Πανεπιστημίου East London του Λονδίνου. Παράλληλα, έχει δοκιμαστεί και σε διαφορετικά είδη θεάτρου.
Τη φετινή χειμερινή περίοδο όχι απλώς δεν το βάζει κάτω, αλλά πρόκειται να ανεβάσει, με τη θεατρική εταιρεία Μυθωδία, τις «Μάγισσες του Σάλεμ», το εμβληματικό έργο του Άρθουρ Μίλερ, σε μετάφραση και σκηνοθεσία δική του, από τις 11 Νοεμβρίου, από Τετάρτη έως Κυριακή, στο Θέατρο Εμπορικόν. Το έργο αποτελεί μια διαχρονική καταγγελία των δεισιδαιμονιών, των προκαταλήψεων και του φανατισμού. Ο Μίλερ κατακρίνει την καταπάτηση πολιτικών ελευθεριών και εισάγει τον όρο «κυνήγι μαγισσών» στον 20ό αιώνα. Με αφορμή το ανέβασμα της παράστασης, ο Νικορέστης Χανιωτάκης μίλησε στην «Εποχή».
Oι παραστάσεις σας σημειώνουν αλλεπάλληλα sold out. Πού κρύβεται το μυστικό της επιτυχίας σας;
Δεν υπάρχει κανένα μυστικό επιτυχίας. Αν υπήρχε θα ήταν πολύ βαρετό το επάγγελμά μας και σε κάθε παράσταση θα κάναμε το ίδιο πράγμα ακριβώς. Χαίρομαι που οι θεατές λένε ότι οι παραστάσεις μου δεν μοιάζουν μεταξύ τους. Το θεωρώ κοπλιμέντο. Κάθε έργο το αντιμετωπίζω από το μηδέν. Δεν σκέφτομαι ότι πρέπει να επαναλάβω μια τακτική. Οι άνθρωποι με τους οποίους δουλεύω είναι διαφορετικοί κάθε φορά, ποτέ δεν είναι ο ίδιος θίασος. Αυτό που θέλω να εφαρμόζω πάντα, ξεκινά με το θέμα των ανθρώπινων σχέσεων. Οι επιτυχίες ή οι αποτυχίες έρχονται και φεύγουν αλλά οι άνθρωποι μένουν, αυτό για εμένα είναι αρχή. Από εκεί και πέρα δεν είναι όλες οι παραστάσεις sold out. Ευτυχώς έχουμε βιώσει και εμπορικές αποτυχίες. Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιος που να ασχολείται με την τέχνη ή τον αθλητισμό που να βιώνει μόνο επιτυχίες. Για να καταφέρεις να πετυχαίνεις περισσότερο συχνά πρέπει να βιώσεις και κάποιες αποτυχίες, είναι νόμος. Έτσι θα εκτιμήσεις περισσότερο τις χαρούμενες στιγμές. Σημασία έχει να είμαστε καλά με τον εαυτό μας και να γευόμαστε ό,τι μας έρχεται.
Πολλοί καλλιτέχνες κοιτώντας το παρελθόν μετανιώνουν για τις πρώτες τους δουλειές. Εσείς έχετε μετανιώσει για κάτι;
Αυτή είναι η μεγαλύτερη δυστυχία του ανθρώπου. Προσπαθώ να μη μετανιώνω. Μέχρι στιγμής, όσον αφορά το θέατρο και την ενασχόλησή μου με την τέχνη, χαίρομαι για ό,τι έκανα και τα ρίσκα που πήρα και τις τολμηρές κινήσεις, γιατί βγήκαν κάπου που μου άρεσε τελικά. Έχω μετανιώσει για μικροπράγματα που έκανα ως παιδί εκτός θεάτρου. Σκέφτομαι και τα καλά και τα άσχημα, μαθαίνω από αυτά και προχωράω. Έχω μετανιώσει για ανθρώπους που έχω αδικήσει, γιατί μπορεί να τους έχω μιλήσει αυστηρά και σκληρά. Συνήθως αυτό συμβαίνει με ανθρώπους που αγαπώ, έχω το θάρρος και μεγαλύτερες απαιτήσεις γιατί έχουμε δέσιμο.
Η θεατρική εταιρεία Μυθωδία είναι το μεγαλύτερό σας «έργο». Γιατί επιλέξατε αυτό το όνομα;
Δεν είναι δική μου ιδέα το όνομα. Αν δεν κάνω λάθος αυτό το όνομα το πρότεινε ο Βασίλης Τουλιάς, που ήταν μέλος της ομάδας πριν γίνει εταιρεία, όταν ήταν ερασιτεχνική ομάδα ως ομάδα αποφοίτων του σχολείου μου, του 43ου Λυκείου Αθηνών και με κάλεσαν να παίξω εκεί ως απόφοιτο. Ανταποκρίθηκα επειδή με ενδιέφερε το θέατρο, όπως και κάποια άλλα παιδιά της ομάδας. Κάποια στιγμή έπρεπε να δώσουμε ένα όνομα και το «Μυθωδία» μας άρεσε. Είμαι λάτρης της ωδής του μύθου, του να διηγούμαστε μια ιστορία, αυτό για εμένα είναι το βασικό στοιχείο της δουλειάς μας. Είναι ελληνική λέξη, όπως ήθελα, και όλοι συμφωνήσαμε τότε. Πιστεύω στις ομάδες. Δεν πιστεύω όμως στα σχήματα, που είναι πάντα ίδια και φτιάχνουν ένα πράγμα και κάθε χρόνο κάνουν το ίδιο. Αυτό το βαριέμαι ως δημιουργός. Πιστεύω στην ομάδα με την έννοια της συνεργασίας και του πυρήνα. Μου αρέσει η ιδέα της δημιουργίας ενός πυρήνα ανθρώπων, που δοκιμάζεται σε συνεργασία με άλλους, δοκιμάζει τα όριά του και ψάχνει κι άλλα πράγματα. Οι υπόλοιποι ηθοποιοί που ήταν ερασιτέχνες ασχολήθηκαν με κάτι άλλο αργότερα και ανέλαβα εγώ την ομάδα, έγινε εταιρεία, μετά μπήκε και ο Γεράσιμος Σκαφίδας και πλέον αποτελούμε τη Μυθωδία, έχουμε κάποιους σταθερούς συνεργάτες και κάνουμε κάποιες παραστάσεις.
Πώς προσεγγίσατε δραματουργικά το έργο «Οι μάγισσες του Σάλεμ»;
Ξεκινάω από το ίδιο το κείμενο. Αφήνω το κείμενο να μου μιλήσει. Δεν πάω το κείμενο σε εμένα. «Οι μάγισσες του Σάλεμ» είναι ένα σκοτεινό έργο. Έχει πολύ μαύρο, πολλή ειρωνεία, πάνε να κρεμάσουν κάποιους και προσεύχονται στο Θεό. Είναι πολύ ειρωνικό να προσεύχεσαι σε ένα θεό που μιλά για αγάπη και ταυτόχρονα να στήνεις για κάποιον την κρεμάλα. Ο στόχος μου είναι να βγει αυτή η ειρωνεία των πραγμάτων, αυτή η κατάσταση και αυτό το συναίσθημα. Μιλάμε για ένα ρεαλιστικό ανέβασμα όσον αφορά την υποκριτική, όχι όμως νατουραλιστικό. Δεν μου αρέσει ο άκρατος ρεαλισμός, αλλά ο ρεαλισμός από καλαίσθητη πλευρά. Επίσης το έργο έχει ποιητικότητα και τόλμη. Δεν θα φοβηθούμε το θρησκευτικό στοιχείο ούτε το πολιτικό σχόλιο. Θέλουμε να το αναδείξουμε. Πιστεύω στους ηθοποιούς, στην υποκριτική τους και στη σχέση που θα φτιάξουμε. Θέλω ο θεατής να αισθανθεί τη σύνδεση με το παρόν. Σκηνοθετικά, το έργο είναι μια δίκη, ένα δικαστήριο και μια δοκιμασία, όπως είναι και ο πρωτότυπος τίτλος.
Πώς επιλέγετε κάθε φορά το έργο που θα σκηνοθετήσετε;
Τα έργα με συναντούν ή τα συναντώ τυχαία ή μου τα προτείνουν. Αυτό μου αρέσει γιατί έχουν την τυχαιότητα του έρωτα. Αυτό με ενδιαφέρει πάρα πολύ καλλιτεχνικά. Πρέπει κάπου να συναντηθείς με το έργο. Αν πρέπει να διεκδικείς να το βρεις, χάνει τη μαγεία του. Γίνεται εμπόριο. Θέλω να υπάρχει η τυχαιότητα της στιγμής, να αναπτυχθεί κάτι που δεν περιμένεις. Λες όχι σε ένα έργο μόνο αν έχει να κάνει με πρακτικούς τομείς. Στις Μάγισσες του Σάλεμ ήμουν λίγο αγύριστο κεφάλι. Όλοι μου έλεγαν πως είμαι τρελός που ανεβάζω αυτό το έργο. Άκουσα πολλά «όχι» από ανθρώπους που έχουν θέατρα ή είναι παραγωγοί. Όχι γιατί δεν τους άρεσε, αλλά μου έλεγαν να το ανεβάσω το 2021-22 και να βρω ένα έργο με δύο άτομα. Αλλά, όταν συναντάς έναν άνθρωπο και τον ερωτεύεσαι δεν του λες να περιμένει. Αυτό έγινε και με τις Μάγισσες του Σάλεμ. Αφού επήλθε ο έρωτας, πρέπει να γίνει τώρα. Έτσι το βιώνω. Παρ’ ό,τι έχει 13 ηθοποιούς και είναι ένα μεγάλο, δύσκολο, απαιτητικό, σκληρό έργο, ήθελα να το κάνω φέτος.
Μετάφραση - Σκηνοθεσία: Νικορέστης Χανιωτάκης. Παίζουν: Νικήτας Τσακίρογλου, Άκης Σακελλαρίου, Ιωάννα Παππά, Ρένια Λουιζίδου, Κώστας Τριανταφυλλόπουλος, Γεράσιμος Σκαφίδας, Ισιδώρα Δωροπούλου, Θωμάς Γκαγκάς, Κατερίνα Νικολοπούλου, Μαρία Μοσχούρη, Ηρώ Πεκτέση, Αντουανέτα Παπαδοπούλου, Δανάη Ομορεγκιέ Νεάνθη
Πρώτη δημοσίευση: Εφημερίδα "Η εποχή", 26-10-2020