Ο Γιώργος Βούρος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1956. Είναι εγγονός των παλιών πρωταγωνιστών του Εθνικού Θεάτρου Νίκου και Μερόπης Ροζάν. Η Μερόπη Ροζάν υπήρξε ένας από τους ανθρώπους που επηρέασαν καταλυτικά την ενασχόλησή του με το θέατρο. «Η γιαγιά Μερόπη με επηρέασε συνειδητά μια που πέρασα πολλά χρόνια κοντά της. Με δίδαξε να αγαπάω το θέατρο και την εκκλησία. Μικρός περνούσα πολλά βράδια μαζί της. Το μενού περιελάμβανε εναλλάξ βίους των Αγίων και βίους (και πολιτείες) όλων των παλιών «μύθων» του Εθνικού Θεάτρου συνεργαζόμενη με τους οποίους πέρασε όλη της τη ζωή. Καθισμένος στα πόδια της περνούσα ώρες μαγεμένος να την ακούω μια που είχε λίαν ανεπτυγμένο το χάρισμα τού διηγείσθαι», ανέφερε χαρακτηριστικά ο ηθοποιός.
Φοίτησε στο Κολέγιο Αθηνών (1965-1973) και στο Λύκειο Σχολής Μωραΐτη. Σπούδασε Φιλοσοφία και Αρχαία Ελληνικά και Αρχαία Τραγωδία στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου (King’s College), Υποκριτική και Σκηνοθεσία Θεάτρου στο Drama Centre του Λονδίνου. Παρακολούθησε θεατρικά σεμινάρια στην Αθήνα με τον Δημήτρη Ροντήρη και σεμινάρια Ορθόδοξης Θεολογίας στο Πανεπιστήμιο του Cambridge. Σαν ηθοποιός πρωτοεμφανίστηκε το 1976 στο θέατρο ερμηνεύοντας σημαντικούς ρόλους στην Ελλάδα, στην Αγγλία και στην Αμερική. Μεταξύ άλλων, έχει ερμηνεύσει τους ρόλους του Ιάσονα, του Προμηθέα, του Μαλβόλιο, του Φάλσταφ.
Ωστόσο, οι άνθρωποι που τον επηρέασαν περισσότερο στη ζωή του ήταν ο Τάσος Λιγνάδης και ο Μίνως Βολανάκης, με τους οποίους συνεργάστηκε και τον συνέδεσε βαθιά φιλία. «Δυστυχώς τον ένα τον έχασα το ’89 και τον άλλον το ’99. Τότε κατάλαβα για πρώτη φορά τι θα πει αληθινή ορφάνια» συνήθιζε να λέει.
Το 1979, ο Γιώργος Βούρος γίνεται βοηθός σκηνοθέτη του Μινωτή και εισηγητής Δραματολογίου του Εθνικού Θεάτρου. Είναι μόλις 23 ετών. Είναι ο νεότερος βοηθός σκηνοθέτη που είχε το Εθνικό Θέατρο.
Σε όλη του τη ζωή ταξίδευε, ανεβάζοντας θεατρικές παραστάσεις, διδάσκοντας θέατρο και μελετώντας αδιάκοπα. Ιδιαίτερα σημαντικές είναι και οι μεταφράσεις του. Μετέφρασε θεατρικά έργα από τα γαλλικά, τα αγγλικά και τα ρώσικα. Το 2014 σκηνοθετεί και ερμηνεύει το ρόλο του Βασιλιά Ληρ στο ομώνυμο έργο του Σαίξπηρ στο θέατρο Βαφείο-Λάκης Καραλής, μεταφραζόμενο από τον ίδιο από την πρώτη έκδοση του 1608 (Quarto) και η οποία παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα, καθώς ως τώρα το έργο έχει μεταφρασθεί και παρουσιασθεί μόνο στην έκδοση Folio που κυκλοφόρησε στην Αγγλία το 1623, δηλαδή επτά χρόνια μετά το θάνατο του Σαίξπηρ (1617).
Δεν σταμάτησε ποτέ του να ασχολείται με το θέατρο. Μάλιστα παρά την επιβαρυμένη υγεία του, έκανε πρόβες για το επόμενο έργο που θα ανέβαζε, ενώ ετοίμαζε και σειρά δράσεων για μικρούς θεατρόφιλους. Το αστείρευτο χιούμορ του δεν τον εγκατέλειψε ποτέ, ακόμα κι όταν τηλεφωνούσε πριν ενάμιση μήνα στο Πρώτο Νεκροταφείο για να αναζητήσει ο ίδιος πληροφορίες για την κηδεία του!
Το τελευταίο(;) χειροκρότημα για τον σπουδαίο αυτό άνθρωπο της τέχνης δόθηκε την 1η Σεπτεμβρίου στο Πρώτο νεκροταφείο παρουσία φίλων και συγγενών. Ο «Ευτυχισμένος Πρίγκιπας» του ελληνικού θεάτρου έκλεισε τα μάτια του βάζοντας άνω τελεία στον επίγειο βίο του, αφήνοντάς μας το έργο του να ζει αέναα μαζί μας. Στο τελευταίο χειροκρότημα τοποθετούμε ένα ερωτηματικό για όλα τα σχέδιά του που έμειναν ανολοκλήρωτα και ίσως πραγματοποιηθούν στο μέλλον. Άλλωστε όπως έλεγε και ο ίδιος: «Δεν κάνουμε θέατρο για να ζήσουμε, κάνουμε θέατρο για να μην πεθάνουμε».
Ράνια Παπαδοπούλου