Μέσα σε ένα τσίρκο εξελίσσεται η μουσική-θεατρική παράσταση «Parrot» μεταφέροντας, με μαύρο χιούμορ, ανατροπές και χολιγουντιανό σασπένς, τις επαναλαμβανόμενες συνήθειες της ανθρωπότητας. Πρωταγωνιστεί ένας παπαγάλος, που γίνεται φερέφωνο του ανθρώπου, μιμούμενος ό,τι συνηθίζεται και επικρατεί στο ανθρώπινο σκέπτεσθαι και πράττειν. Το έργο «Parrot» της Αλμπέρτας Τσοπανάκη -η οποία υπογράφει και τη σκηνοθεσία, καθώς και τους στίχους των τραγουδιών που παίζονται ζωντανά στην παράσταση, σε πρωτότυπη μουσική από τους Πρόδρομο και Γιάννη Μακρίδη- παρουσιάζεται κάθε Κυριακή στις 20:00 στο Θέατρο Παραμυθίας.
Με αφορμή το ανέβασμα της παράστασης, η ηθοποιός, συγγραφέας και σκηνοθέτης Αλμπέρτα Τσοπανάκη, μιλά στο Culture Press περί θεάτρου, παπαγαλισμού και τέχνης.
-Τι σας ώθησε να γράψετε το έργο «PARROT»;
Α.Τ.: Στη συγγραφή του PARROT με ώθησε η τραγελαφική κωμικότητα με την οποία ο άνθρωπος έχει δημιουργήσει κοινωνικά θέσφατα που έχουν εγκατασταθεί με πείσμα στον πλανήτη γη, και τα οποία ζουν εδώ για χιλιάδες χρόνια έχοντας καθιερώσει πρότυπα επικράτησης γεμάτα αίμα. Μια αδηφάγος τάση για κυριαρχία έχει καταδυναστεύσει λαούς, έχει κυριεύσει το υπέδαφος, το θαλάσσιο περιβάλλον, την ατμόσφαιρα. Ο άνθρωπος, ταυτόχρονα, θεωρώντας τον εαυτό του κυρίαρχο του σύμπαντος, εξακολουθεί να ναρκισσεύεται.
-Στην παράσταση πρωταγωνιστεί ένας παπαγάλος, που γίνεται φερέφωνο του ανθρώπου, μιμούμενος ό,τι συνηθίζεται και επικρατεί στο ανθρώπινο σκέπτεσθαι και πράττειν. Ένας «παπαγάλος» μπορεί να σπάσει τα δεσμά της μίμησης και να αποκτήσει δικό του σκέπτεσθαι και πράττειν;
Α.Τ.: Μετά από μια βροχή βλέπουμε μερικές σταγόνες νερού που λαμπυρίζουν. Άλλες γαλάζιες, άλλες μπλε, άλλες πράσινες, καμιά από αυτές δεν είναι βαμμένη. Απλά αντικατοπτρίζουν το πράσινο των φύλλων, το μπλε της θάλασσας ή το γαλανό του ουρανού. Έπειτα προβάλλει στον ορίζοντα και το ουράνιο τόξο, πολύχρωμο. Ούτε αυτό είναι βαμμένο. Απλά αναλύει το φάσμα του φωτός. Έτσι και ο παπαγάλος. Δεν προβάλλει τις δικές του απόψεις. Απλά αναλύει ό,τι βλέπει ή ακούει από άλλα ζώα, από τον άνθρωπο, που έχει και σύνθετο ήχο. Ό,τι ακούγεται από τον PARROT είναι η επανάληψη εκείνων που εντοπίζει κυρίως ακουστικά και τα αναπαράγει. Ο Parrot του έργου μπορεί να μην έχει τη δυνατότητα του «σκέπτεσθαι και πράττειν», αλλά έχει μια μεγαλύτερη: να φέρει τον άνθρωπο σε σκεπτικισμό για τα δικά του «σκέπτεσθαι και πράττειν», να τον φέρει τελικά στην θέση του «ενώπιος ενωπίων» και έτσι να τεστάρει τα δικά του «γίγνεσθαι». Ο PARROT, δηλαδή, είναι ένας υπερευαίσθητος δέκτης αντίληψης και επιλεκτικός αναμεταδότης, ένας φάρος ηχητικών ερεθισμάτων.
-Πιστεύετε ότι στις σημερινές κοινωνίες στην Ελλάδα και το εξωτερικό ο παπαγαλισμός βρίσκεται σε άνθιση;
Α.Τ.: Δε βρίσκεται σε άνθιση απλώς, αλλά έχει κυριολεκτικά ενσωματωθεί στις κοινωνικές δομές, αποτελεί μέρος του εξελικτικού μηχανισμού των ανθρώπινων κοινωνιών. Ό,τι έχει επιτευχθεί, βιωθεί, βελτιωθεί και καταστεί δομικό και εξελικτικό μέρος του κοινωνικού κορμού, οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στον παπαγαλισμό. Θα τον χαρακτήριζα, με δυο λέξεις, σαν δομική επεκτεινόμενη δύναμη. Αλλά όχι απαραίτητα και έλλογη. Τα παραδείγματα είναι μύρια και η αναφορά τους και μόνο συνιστά λαϊκισμό και ιλαροτραγικό πάζλ αναφορών. Οι επιβιώνοντες Λάπωνες με πιρόγες από δέρμα ΓΙΑΚ ή φώκιας, σήμερα κινούνται με εξωλέμβιο κινητήρα. Οι ορεσίβιοι κάτοικοι του Περού είχαν ποτέ drone για να ελέγχουν πού έχουν χαθεί τα λάμα του κοπαδιού, οι παντελώς κουκουλωμένες Ασιάτισσες και Ισλαμίστριες χρησιμοποιούσαν καλλυντικά, οι Μογγόλοι της Τουρκίας και οι Βεδουίνοι της Ερήμου κινούντο ποτέ με οχήματα «Γουρούνες» φορώντας άνορακ; Ατομικά όπλα στον πλανήτη είχε μόνο η υπερδύναμη των ΗΠΑ, τώρα έχουν και οι Κορεάτες, οι Κινέζοι, ακόμα και ο Τούρκος γείτονάς μας. Οι καβαλάρηδες της Αμερικής που μαζεύουν με το λάσο τους τα Buffalo για να τα οδηγήσουν στο ράντζο, πίστευαν ποτέ ότι το ανθεκτικό τζην παντελόνι στις καβαλαρίες θα γίνει το αντιπροσωπευτικό ένδυμα των τοπ-μόντελ αλλά και φετίχ όλης της ανθρωπότητας; Εκατοντάδες τέτοια παραδείγματα του φετιχισμού – παπαγαλισμού.
-Οι τέχνες μπορούν να αποτελέσουν αρωγό ενάντια στον παπαγαλισμό και ποιος πρέπει να είναι ο ρόλος τους;
Α.Τ.: Αυτός που θέλει να εντρυφήσει στο ρόλο των τεχνών, όποιος κι αν είναι αυτός, ανήκει πλέον σε δύο κατηγορίες: στον ειδικό ερευνητή όπου αυτόματα ενδύεται και τον τίτλο STATE OF ART, και τον απλό άνθρωπο με ελεύθερη βούληση που μπορεί να παρεισφρήσει σε αυτές όποτε το επιθυμεί, με τα ατέλειωτα τεχνικά μέσα που διαθέτει σήμερα ο άνθρωπος (βιβλία διαδίκτυο, αρχεία ή εξειδικευμένα σεμινάρια). Η επιλογή για μη παπαγαλισμό δεν στέκεται πλέον με απαγορευτικό απόπλου. Όποιος θέλει πλέει στην Κόρινθο.
- Ο Κούντερα είχε πει ότι «Ο αγώνας του ανθρώπου ενάντια στην εξουσία είναι ο αγώνας της μνήμης ενάντια στη λήθη». Θεωρείτε ότι ξεχνάμε ως λαός;
Α.Τ.: Σαφώς και ξεχνάμε! Εμείς οι Έλληνες είμαστε και ιδιαίτερα επιλήσμονες! Η πρόσφατη ιστορική μας μνήμη, δε μας έχει απαλλάξει από οικονομικές πτωχεύσεις, αλλά ούτε και από τους διαδοχικούς εμφυλίους. Σήμερα διανύουμε την εποχή του κομματικού εμφυλίου με τους αλλεπάλληλους ‘δελφίνους’ να περιφέρονται και να ρίπτουν ‘φίλια πυρά’. Όχι μόνο ξεχνάμε ως λαός, αλλά σταδιακά έχουμε απολέσει και την πολιτιστική μας ταυτότητα.
-Στο «PARROT» σκηνοθετείτε, παίζετε, έχετε γράψει το κείμενο και τα τραγούδια. Πόσο δύσκολο είναι για έναν καλλιτέχνη να έχει ταυτόχρονα όλες αυτές τις ιδιότητες;
Α.Τ.: Δεν ανήκω στους λεγόμενους «χαλκέντερους». Όποιος έχει μεράκι, όραμα και πίστη σε αυτό που αγαπά και κυρίως ασταμάτητη εργασία, πιστεύω ότι μπορεί να κάνει πολλά. Αναμφισβήτητα βοηθάει το ταλέντο, όσο και οι ώρες πτήσεως.
-Αισθάνεστε ικανοποιημένη από το Ελληνικό θέατρο όπως έχει διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια;
Α.Τ.: Αισθάνομαι μόνο πραγματική αγαλλίαση. Βλέπω νέα παιδιά, νέους δημιουργούς να τολμούν να δημιουργούν και κυρίως να οραματίζονται. Διότι, τι είναι το θέατρο; Μια ονειρική κατάσταση για ρομαντικούς και πολυσχιδείς δημιουργούς. Η καλλιτεχνική αξία κάποιου δεν μπορεί να σταθμιστεί με επίπεδα αστέρια ή νταν, γιατί η προσωπικότητα του ηθο-ποιού είναι αδιαβάθμητη. Υπάρχει μια πολύ μεγάλη ποικιλία θεατρικών έργων από το παγκόσμιο ρεπερτόριο, το οποίο υποστηρίζεται από ποικίλες θεατρικές και πειραματικές ομάδες. Βέβαια, το θέατρο είναι τέχνη πειραματική, καθώς εμπεριέχει τον αυτοσχεδιασμό, δηλαδή, η ίδια θεατρική παράσταση κάθε φορά παρουσιάζεται αναπόφευκτα με αυτοσχέδια στοιχεία.
-Το 1995 ιδρύσατε το Θέατρο Παραμυθίας, την πρώτη πειραματική σκηνή για νέους και όχι μόνο, που έδωσε άνθιση στα θεατρικά δρώμενα στην ευρύτερη περιοχή του Κεραμεικού. Ποιες στιγμές του θεάτρου ξεχωρίζετε;
Α.Τ.: Δεν ξεχωρίζω απολύτως καμία. Οι στιγμές στο θέατρο είναι εξίσου συναρπαστικές και μοναδικές. Επιπλέον, το θέατρο είναι ταξίδι οραμάτων και ονειροπόλησης που περικλείει συναισθήματα αυτογνωσίας και ψυχικής ευφορίας.
-Κάνοντας ένα lapsus memoriae, σε ποιες στιγμές της πορείας σας που σας έχουν καθορίσει ως καλλιτέχνη θα σταματούσατε;
Α.Τ.: Θα σταματούσα στις ώρες θεατρικής δημιουργίας πρωτοποριακών έργων, γιατί νιώθεις στιγμιαία σαν ψυχογράφος ανθρώπων, που φαινομενικά είναι απρόσωποι, κλειστοί και θα έλεγα του «συρμού». Δεν πιστεύεις όμως τι ευαισθησίες διαθέτουν, πόσο ανυποψίαστοι, καλλιεργημένοι πολιτισμικά και ερευνητικοί είναι. Αυτό για τον δημιουργό, σε όποια κατηγορία και αν ανήκει, είναι η απόλυτη ικανοποίηση και του δίνει ‘φτερά’ για πνευματική εξύψωση.
- Πριν από μερικά χρόνια στο θέατρό σας παρουσιάστηκε το Πρώτο Πανελλήνιο Φεστιβάλ Παραμυθιού, ένα φεστιβάλ κοινωνικού χαρακτήρα. Θα ξαναπαρουσιαστεί;
A.T.: Και βέβαια θα το ξαναπαρουσιάσουμε, γιατί το Φεστιβάλ ΠΑΡΑΜΥΘΙΟΥ δεν παύει να είναι από μόνο του μια ονειρική σκηνή ανθρωπίνων συνηθειών, εθίμων, χαρακτήρων και κοινωνικής διαστρωμάτωσης. Το παραμύθι δεν παύει ποτέ να αποτελεί την μαγική μπαγκέτα που ενεργοποιεί και διαπλάθει την υπερευαίσθητη παιδική ψυχοσύνθεση και να την προετοιμάζει να ωριμάσει προς τον κόσμο των ενηλίκων. Παραθέτω το ρεφρέν από ένα παλιό τραγούδι «Ήταν κάποιο Λουναπάρκ», ερμηνευμένο από την Γιοβάνα και αργότερα από την Νάντια Κωνσταντοπούλου: «Τώρα πέρασαν τα χρόνια και δεν είμαστε παιδιά, μα ο κόσμος των θαυμάτων μού έχει μείνει στην καρδιά». Το παραμύθι αποτελεί επίσης το απόλυτο δέλεαρ για να αναδείξουν τα υποκριτικά τους προσόντα οι νέοι ηθοποιοί στην αχαρτογράφητη παιδική ψυχή, διαπλάθοντάς την.
- Εν τέλει, τι σημαίνει να κάνεις θέατρο στην Ελλάδα του 2020;
Α.Τ.: Το να κάνεις θέατρο σημαίνει ότι είσαι αθεράπευτα ρομαντικός, ονειροπόλος, διαχρονικά ευαίσθητος και ότι αρέσκεσαι σε ψυχεδελικές καταστάσεις, μιας και το θέατρο προσφέρεται για μαγεία, υπερβάσεις και αισθητικά οράματα. Σημαίνει, επίσης, ότι πρέπει να έχεις οπωσδήποτε κάποια πηγή βιοπορισμού, γιατί είναι γνωστό ότι με το θέατρο δεν ζεις, ούτε σου εξασφαλίζει τις δεκάδες υποχρεώσεις του. Θλίβομαι, βέβαια, για αυτήν την πραγματικότητα και τον ζοφερό ορίζοντα στη χώρα μας. Για να αλλάξει αυτό, είναι απαραίτητο να γίνει μια εκ θεμελίων ανασυγκρότηση τόσο στις συνειδήσεις των θιασαρχών, όσο και στα κίνητρα των δημόσιων φορέων και, πιστέψτε με, αυτό πλησιάζει το ανέφικτο!