Ο Κάρολος φοράει γυαλιά, είναι χλωμός και κατά τη γνώμη του έχει απαίσιο όνομα. Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά που τον κάνουν διαφορετικό, αποτελούν κόκκινο πανί για τους συμμαθητές του, με αποτέλεσμα να πέφτει θύμα σχολικού εκφοβισμού. Το παιδικό βιβλίο της Στέργιας Κάββαλου «Η δυστυχία του να είναι κανείς μαθητής», σε εικονογράφηση Σοφίας Γαλή, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, αποτελεί τον πιο ευφάνταστο τρόπο για να διδαχθούν μικροί και μεγάλοι σχετικά με το θέμα του σχολικού εκφοβισμού, αλλά και τους ενδεχόμενους τρόπους αντιμετώπισής του. Το bullying, βρίσκεται πάντα στην επικαιρότητα και ειδικά τα τελευταία χρόνια, όπου πλέον έχουμε φτάσει στο σημείο να θρηνούμε ανθρώπινες ζωές. Ποια είναι ωστόσο τα αίτια του σχολικού εκφοβισμού και πώς πρέπει να αντιδράσει το παιδί – θύμα και η οικογένειά του; Παράλληλα ποια πρέπει να είναι η στάση μας απέναντι στο παιδί –θύτη;
Η συγγραφέας Στέργια Κάββαλου με αφορμή την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς, σε ένα μικρό διάλειμμα από τις επαγγελματικές της υποχρεώσεις, αλλά και τις καθημερινές της ασχολίες με κυριότερη το κυνήγι αναζήτησης της ομορφιάς του κόσμου με τη μικρή της κόρη, μιλά στη Σχεδία για το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού, αλλά και τη μεγαλύτερη δυστυχία και ευτυχία του να είναι κανείς μαθητής.
-Στο βιβλίο σας αφηγείστε την ιστορία του Καρόλου, ενός παιδιού- θύματος σχολικού εκφοβισμού. Τι είναι αυτό που τον κάνει τόσο «μισητό» στους συμμαθητές του;
Σ.Κ.: Ο Κάρολος πήρε το όνομά του από τη νονά του, η οποία αγαπούσε τη λογοτεχνία και λίγο παραπάνω τον Τσαρλς Ντίκενς και τις ιστορίες του. Κι αυτό αποτελεί την πρώτη αιτία πειράγματος στην τάξη. Ο Άγγελος και τα «αγγελάκια» των μεσαίων θρανίων του έλεγαν: «Άγγλος παπάς σε βάφτισε;», «Καλά είχατε κι άλλους Κάρολους στο χωριό σας;», «Εμείς χτες φάγαμε ρύζι καρολίνα αλλά εσύ φαντάζομαι θα το τρως κάθε μέρα!» και άλλα τέτοια καθόλου χαριτωμένα. Ο Κάρολος έχει δέρμα λευκό, κατάλευκο κι εξαιτίας αυτού άκουγε να τον φωνάζουν ασπρουλιάρη, αρρωστιάρη, φάντασμα, ακόμα και Χιονάτη. Μια φορά μάλιστα τον πασάλειψαν με χώμα από την αυλή για να γίνει λέει το δέρμα του λίγο πιο «ανθρώπινο». Όταν χρειάστηκε να βάλει γυαλιά μυωπίας, ο φόβος του μεγάλωσε. Φυσικά τα «έχασε» δυο φορές. Όσο κι αν έβαζε τις ξαδέρφες του να του τραβάνε τα πόδια, δεν ψήλωνε, όπως θα ήθελε, για να πάψουν ορισμένοι συμμαθητές του να τον πειράζουν και για το ύψος του, που αν ήταν πολυκατοικία θα λέγαμε ότι ο Κάρολος θα έμενε στο υπόγειο την ώρα που τ’ άλλα αγόρια έμεναν τουλάχιστον στον δεύτερο. Οι παραπάνω λόγοι τον έκαναν να μη θέλει να πηγαίνει στο σχολείο. Γιατί ποιος θέλει να ξυπνάει κάθε μέρα και να αναγκάζεται να ζει και να μαθαίνει σε ένα τόσο εχθρικό περιβάλλον; Όσο για το «μισητός» δεν νομίζω ότι ήταν μισητός αλλά εύκολος στόχος λόγω εξωτερικών χαρακτηριστικών που τον έκαναν να ξεχωρίζει.
-Κατά τη γνώμη σας ποια είναι τα βαθύτερα αίτια του σχολικού εκφοβισμού;
Σ.Κ.:Η έλλειψη αυτοπεποίθησης και από τη μεριά του θύτη και από τη μεριά του θύματος, ο φόβος μήπως και το παιδί μας σπάζοντας τα στερεότυπα τραβήξει την αρνητική προσοχή, οι προβληματικές οικογενειακές σχέσεις που κάνουν τον μαθητή να βγάζει όλη του την επιθετικότητα στη σχέση του με τους συμμαθητές του, επειδή ίσως δεν έχει στο σπίτι του την προσοχή, την αγάπη και την ενθάρρυνση που επιθυμεί. Είναι πολλά τα ίσως και επικίνδυνο να προσπαθήσουμε να μπούμε στο τι συμβαίνει σε κάθε σπίτι κάνοντας αυθαίρετες εικασίες. Γι’ αυτό στέκομαι στην ανάγκη των γονιών να συγκρίνουν τα παιδιά τους με άλλα, να τα ομαδοποιούν ανάλογα με τις συμπεριφορές τους και να τα επικρίνουν συνεχώς. Μια ανάγκη επικίνδυνη, ανούσια και αντιπαραγωγική.
-Πώς πρέπει να αντιδράσει ένα παιδί που βιώνει αυτή την κατάσταση;
Σ.Κ.: Τα παιδιά ενώ μπορούν να φλυαρούν ασταμάτητα για χίλια δύο πράγματα και να σκαρφίζονται τρομερές ιστορίες με τη φαντασία τους, δύσκολα θα χειριστούν μια κατάσταση που τους βάζει στη διαδικασία να νιώσουν αδύναμοι, ανεπαρκείς και ένοχοι. Και επειδή ακριβώς είναι παιδιά που τώρα μαθαίνουν χρειάζονται τη συνδρομή ενός ενήλικου νου που θα τους απαλύνει τον πόνο, θα τους δυναμώσει ενάντια σε τέτοια φαινόμενα και θα τους διαπαιδαγωγήσει έτσι ώστε να συνειδητοποιήσουν ποιες είναι οι αρετές που μετρούν, ότι η εμμονή με τα εξωτερικά χαρακτηριστικά μας δεν είναι το ζητούμενο, ότι όλα τα παιδιά έχουν τα ίδια δικαιώματα στη χαρά, στο παιχνίδι και τη φιλία.
-Παράλληλα, πώς οφείλουν να αντιδράσουν οι γονείς αυτού του παιδιού;
Σ.Κ.: Αρχικά, οφείλουν να το ακούσουν. Να ψάξουν τι ακριβώς συμβαίνει στο σχολικό ή σε άλλο χώρο που γίνεται ο εκφοβισμός, να μιλήσουν σε δάσκαλο, υπεύθυνο, διευθυντή, στο ίδιο το παιδί που εκφοβίζει, στους γονείς του παιδιού, πλησιάζοντας τους πάντες με κατανόηση, σεβασμό και όχι «ποιος είσαι εσύ που πείραξες το παιδί μου, θα σου δείξω εγώ!». Τα νταηλίκια και οι απειλές δεν είναι σε καμία περίπτωση η απάντηση. Το μόνο που καταφέρνουν είναι να προκαλέσουν ακόμα μεγαλύτερα προβλήματα και στον θύτη και στο θύμα.
-Και οι γονείς του παιδιού – θύτη; Πώς πρέπει να χειριστούν το θέμα;
Σ.Κ.: Το παιδί - θύτης είναι και το ίδιο θύμα. Του θυμού του, της αδικίας που νιώθει, της ανάγκης του να υποτιμά τους γύρω του για να νιώθει καλά με τον εαυτό του. Ισχύουν λοιπόν και για αυτούς τους γονείς τα παραπάνω. Μιλάω με το παιδί, μαθαίνω τι συμβαίνει, επικοινωνώ με τα υπόλοιπα παιδιά και απευθύνομαι σε ειδικό αν νιώθω ότι εγώ και οι άνθρωποι του σχολείου δεν μπορούμε να κάνουμε το παιδί που εκφοβίζει, να αναζητήσει μέσα του τα δικά του προβλήματα, που το οδηγούν στην ακραία όσο και καθημερινή αυτή συμπεριφορά που όπως έχουμε δει τελευταία κοστίζει και ζωές.
-Οι εκπαιδευτικοί θεωρείτε ότι μπορούν να αντιμετωπίσουν επαρκώς τα περιστατικά σχολικού εκφοβισμού;
Σ.Κ.: Θεωρητικά η πρώτη κοινότητα ενός παιδιού είναι η οικογένεια, το σπίτι και η δεύτερη το σχολείο, οι δάσκαλοι. Δε νομίζω ότι υπάρχει τέτοια κοντινή και γόνιμη σχέση ώστε να μπορεί ο μαθητής να εμπιστευτεί εύκολα το πρόβλημά του και την αναζήτηση της λύσης του σε κάποιον εκπαιδευτικό. Υπάρχει ο φόβος λόγω της θέσης. Αυτά είναι παρωχημένα πράγματα. Ο δάσκαλος δεν είναι φίλος, αλλά θα πρέπει να κατεβαίνει πλάι στο παιδί και να μη μένει δέσμιος του άγχους του για την ολοκλήρωση του διδακτικού προγράμματος και μόνο. Μπροστά σε δυστυχισμένους και ανελεύθερους μαθητές καμία ύλη δεν έχει σημασία. Για να μιλήσουμε πιο συγκεκριμένα, ο δάσκαλος μπορεί να κάνει κάποιες «ασκήσεις εμπιστοσύνης» μέσα στην τάξη, ώστε μέσα από δραστηριότητες και παιχνίδια να πλησιάσει ο ένας τον άλλον, να γνωριστούν όλοι με όλους και να καταλάβουν ότι ο καθένας είναι ξεχωριστός, αλλά ταυτόχρονα και μέλος μιας ομάδας.
-Υπάρχει ουσιαστικός τρόπος καταπολέμησης του φαινομένου του σχολικού εκφοβισμού;
Σ.Κ.: Αν συνειδητοποιήσουμε ότι όλοι είμαστε διαφορετικοί και μοναδικοί , θα γίνει αυτονόητο βίωμα και όχι τσιτάτο σλόγκαν κατά του εκφοβισμού, τότε ίσως ο δρόμος για το μοίρασμα και την επικοινωνία να γίνει πιο ανοιχτός.
-Ένας ακόμα τρόπος bullying είναι και το sexting. Ποια η άποψή σας;
Σ.Κ.: Φαντάζομαι ότι μιλάμε για εφήβους που προσπαθούν να ανακαλύψουν τη σεξουαλικότητά τους και χρησιμοποιούν τα δυο μέσα που κυριαρχούν στη ζωή τους, τον υπολογιστή και το κινητό. Όλα περνάνε μέσα από εκεί, έτσι και το σώμα, ο έρωτας, το πλησίασμα. Όχι όμως και η εμπιστοσύνη η οποία δεν είναι δυνατόν να κατακτηθεί μέσα από τέτοιες σχέσεις. Μαθαίνουμε τα όρια της γλώσσας, του σώματος και της τεχνολογίας ή τουλάχιστον προσπαθούμε. Γιατί εν δυνάμει θύματα είμαστε όλοι, ανήλικοι και ενήλικες.
-Τελικά, ποια είναι η μεγαλύτερη δυστυχία και η μεγαλύτερη ευτυχία ενός μαθητή;
Σ.Κ.: Δυστυχία είναι να νιώθεις εγκλωβισμένος, καταπιεσμένος και φοβισμένος και ευτυχία να μη νιώθεις τίποτα από τα παραπάνω και να απολαμβάνεις τη συναναστροφή, τη γνώση και τη χαρά της έκφρασης που μπορεί να σου δώσει ένα δημιουργικό και ελεύθερο σχολείο.
Όσον αφορά τα εκδοτικά σχέδια της Σ. Κάββαλου, στις 18 Οκτωβρίου αναμένεται να κυκλοφορήσει το νέο βιβλίο της από τις εκδόσεις Μεταίχμιο για παιδιά από 10 ετών και άνω , με τίτλο «Ο Κωστής και οι χαμένες λέξεις» σε εικονογράφηση Πετρούλας Κρίγκου, ενώ το φθινόπωρο θα κυκλοφορήσουν επίσης η συλλογή διηγημάτων «Κάτι κλαίει ακόμα» από τις εκδόσεις Μωβ Σκίουρος και η δεύτερη ποιητική της συλλογή «Δρόμος από γάλα» από τις εκδόσεις Κέλευθος.
**Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στο τεύχος 62 του περιοδικού δρόμου Σχεδία (Σεπτέμβριος 2018)
Φωτογραφίες: Γιάννης Ζινδριλής