Η προπαγάνδα, αποτελεί μέσο βιασμού των λαών(1), όπως αναφέρει χαρακτηριστικά στο βιβλίο του ο Ν. Καλογερόπουλος. Τι σημαίνει όμως ο όρος προπαγάνδα; Με την ευρύτερη έννοια, ως προπαγάνδα, ορίζεται η συστηματική προσπάθεια να πειστεί κάποιος και κυρίως η κοινή γνώμη, για να κάνει κάτι. Η προπαγάνδα(2) ως λέξη, προέρχεται από τη Δύση και αρχικά αναφερόταν με τον όρο “de propaganda fide” στη διάδοση της πίστεως. Ο Barlett, υποστήριζε, ότι η προπαγάνδα χρησιμοποιείται για να επηρεάσει τα άτομα με σκοπό να υιοθετήσουν συγκεκριμένες γνώμες και συμπεριφορές.
Ως φαινόμενο, συνδέεται άμεσα με τις μεγάλες πολιτικές ιδεολογίες, και δεν μπορεί να εννοηθεί αποσπασμένη από αυτές. Πολλές φορές, χρησιμοποιείται, κατά ανάγκη και στα φιλελεύθερα και δημοκρατικά καθεστώτα και όχι μόνο από τα ολοκληρωτικά καθεστώτα και δεν έχει πάντοτε αρνητική χρήση και ούτε είναι συνεχώς καταπιεστική.
Η προπαγάνδα ανάλογα με τα μέσα διάδοσης της χωρίζεται σε ατομική και ομαδική. Στην περίπτωση της ατομικής προπαγάνδας, τα μέσα διάδοσής της είναι μία κατ’ οίκον επίσκεψη, η διανομή εντύπων, το τραγούδι, η εικόνα κλπ. , αλλά και συλλογικά μέσα όπως η τηλεόραση, το ραδιόφωνο κ.ά., τα οποία εισβάλλουν στις προσωπικές μας ζωές και μας επηρεάζουν, προβάλλοντας ιδέες και αντιλήψεις, που αργά ή γρήγορα τις αφομοιώνουμε αν όχι πλήρως κατά ένα βαθμό. Στην ομαδική προπαγάνδα ως μέσα διάδοσης θεωρούνται το ραδιόφωνο, η τηλεόραση, ο Τύπος, ο κινηματογράφος, το θέατρο και οποιοδήποτε θέαμα που απευθύνεται σε ένα μεγάλο πλήθος ανθρώπων και όχι αποκλειστικά σε μεμονωμένες οντότητες και προσωπικότητες.
Όπως διευκρινίζει ο Γ. Βλάχος (3), η χρήση της προπαγάνδας, από μόνη της αποτελεί ένα είδος τέχνης. Η τέχνη όμως, απαιτεί και την ύπαρξη ορισμένων κανόνων. Ένας ειδικός, ο Γάλλος συγγραφέας Damenach συνοψίζει τους αναρίθμητους κανόνες που έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς από ειδικούς για την τέχνη της προπαγάνδας σε 5 βασικούς κανόνες- αρχές(4):
1.Ο κανόνας της απλούστευσης και του μοναδικού εχθρού: Τα πολιτικά συνθήματα πρέπει να είναι εύκολα, κατανοητά, απλά, για να αφομοιώνονται εύκολα. Επιπλέον, τα συνθήματα, πρέπει να εντοπίζονται όχι εναντίον μεγάλων ομάδων, αλλά εναντίον κάποιου ορισμένου προσώπου ή κάποιας μειοψηφίας.
2.Ο κανόνας της μεγέθυνσης και της παραμόρφωσης: Ο όρος της μεγέθυνσης στην προπαγάνδα είναι αυτονόητος. Ωστόσο, η παραμόρφωση διαφέρει ως προς αυτό. Η έκτασή της και η ποιότητά της ποικίλλουν και ανάλογα με το σκοπό που μπορεί να υπηρετεί κάθε φορά η προπαγάνδα, ένα γεγονός μπορεί να παραμορφωθεί σε ένα μεγάλο βαθμό, να διαστρεβλωθεί πλήρως η πραγματικότητα, αλλά επίσης μπορεί να υπάρχει και μία μικρή έως ελάχιστη παραμόρφωση του γεγονότος.
3.Ο κανόνας της επανάληψης: Με βάση αυτόν τον κανόνα, ένα σύνθημα, για να επιβληθεί, πρέπει να επαναλαμβάνεται με ένα συγκεκριμένο ρυθμό. Εντούτοις, όταν το σύνθημα απευθύνεται σε ένα διαφορετικό κοινό χρειάζεται να ένα και διαφορετική απόχρωση.
4.Ο κανόνας της μεταγγίσεως: Σύμφωνα με αυτόν τον κανόνα, η προπαγάνδα, πρέπει να εκμεταλλεύεται τις υπάρχουσες διαθέσεις και να μην προσπαθεί να ξεκινήσει από το τίποτα.
5.Ο κανόνας της μειοψηφίας και της μεταδόσεως: Αυτός που χειρίζεται την προπαγάνδα θα πρέπει να εμφανίζεται ως εκπρόσωπος του συνόλου. Οφείλει να εκμεταλλεύεται κάθε γεγονός μικρής σημασίας και να το χρησιμοποιήσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο έτσι ώστε να αποτελέσει την ένδειξη που θα καταφέρει να μεταστρέψει καθολικά την κοινή γνώμη.
Ο Γ. Βλάχου, παρακάτω στο κεφάλαιο για την προπαγάνδα , αναφέρει ότι, για να εντατικοποιηθεί η προπαγάνδα χρειάζεται διάφορα αισθητικά μέσα αλλά και συναισθηματικά(πχ. συγγραφείς, που είναι αγαπητοί στο λαό) σε πρώτη φάση(5). Παράλληλα, απαραίτητα είναι και τα υποβλητικά μέσα, όπως πχ. σημαίες, επιγραφές, λάβαρα, μουσική υπόκρουση κτλ.
Μέσω όλων αυτών το άτομο μαγεύεται και πέφτει στην εκάστοτε γλυκιά παγίδα που του στήνει ο προπαγανδιστής και γίνεται υποχείριό του και παρασύρεται στη συλλογικότητα του ονείρου, επικρατώντας η ψυχολογία της μάζας.
Επίσης, στην περίπτωση των αυταρχικών και απόλυτων καθεστώτων, η προπαγάνδα καλύπτει και αναπληρώνει την ανισορροπία των θεσμών, της εξουσίας και της ψυχικής ενότητας του λαού. Όπως αναφέρει ο N. Chomsky(6) στο βιβλίο του, η κρατική προπαγάνδα, όταν υποστηρίζεται από τις μορφωμένες τάξεις και όταν δεν υπάρχει απόκλιση που να επιτρέπεται από αυτήν, μπορεί να έχει μεγάλη επίδραση.
Η προπαγάνδα έχει ως στόχο την απόδοση και την ικανοποίηση των σκοπών του προπαγανδιστή. Πολλές φορές ως συνώνυμα της θεωρούνται το ψέμα, η χειραγώγηση, ο έλεγχος της σκέψης, η ευνοϊκή στάση απέναντι σε μια καταστροφική ιστορία και η ελαχιστοποίηση της αρνητικής πληροφορίας, με σκοπό της, τη μετάδοση μιας ιδέας, την ενδυνάμωση ή αλλαγή μιας συμπεριφοράς και κάποιων ιδεών ενός κοινού.
Η προπαγάνδα είναι συνώνυμο της πειθούς;
Λόγω των στενών τους ορίων, υπάρχει μία σύγχυση μεταξύ του ορισμού και της σχέσης της προπαγάνδας με την πειθώ. Πολλοί θεωρητικοί στο πέρασμα του χρόνου προσπάθησαν να εξηγήσουν τη σχέση πειθούς και προπαγάνδας(7).Υπάρχει όμως μεγάλη δυσκολία στο να αποδοθεί ένας ορισμός σε αυτή τη σχέση. Το 1991 οι ψυχολόγοι Pratkanis και Αronson επιχειρούν και ορίζουν την προπαγάνδα ως κατάχρηση πειθούς που υποκρύπτει ζωτικής σημασίας πληροφορίες και στρατηγικές αμφισβητήσιμης ηθικής. Από την άλλη, το 1996 ο Pratkanis με τον Τumer λένε ότι η πειθώ στηρίζεται στον διάλογο, στην διαμάχη για να βρεις λύσεις, ενώ η προπαγάνδα χειραγωγεί.
Κατά τους Ο’Donnell και Jowet(8), η προπαγάνδα θεωρείται ως μια εσκεμμένη συστηματική προσπάθεια διαμόρφωσης ιδεών(με εικόνες σλόγκαν, αφίσες, σύμβολα κλπ) και χειραγώγησης της νόησης και προσπάθεια του να επιτύχεις μια άμεση συμπεριφορά που να απαντά στους σκοπούς του προπαγανδιστή.
Υπάρχουν τρία είδη προπαγάνδας, η λευκή, η μαύρη και η φαιά. Η λευκή προπαγάνδα προέρχεται από μια πηγή που είναι ορθώς αναγνωρισμένη, δηλώνοντας ανοιχτά την ταυτότητά της και η πληροφορία που δίνει το μήνυμα τείνει να είναι ακριβής. Παρουσιάζεται με τέτοιο τρόπο που να φαίνεται ότι είναι κοντά στην αλήθεια , έτσι ώστε να πείθει το κοινό ότι ο πομπός είναι «καλός» με καλές ιδέες και με ορθή πολιτική ιδεολογία. Μιλάμε δηλαδή για μία ανοιχτή προπαγάνδα.
Η μαύρη προπαγάνδα, παράλληλα, προέρχεται από μία πηγή, που υποτίθεται ότι είναι φιλική, αλλά στη πραγματικότητα είναι εχθρική, διαδίδοντας ψέματα και κατασκευάσματα, ενώ προσπαθεί να εξαπατήσει. Πρόκειται για ένα μεγάλο ψέμα που συμπεριλαμβάνει όλους τους τύπους μιας δημιουργικής εξαπάτησης. Βασίζεται στην οργάνωση δικτύων που διαδίδουν ψευδείς ειδήσεις (τα χαλκεία) πίσω από τα οποία κρύβονται οι πραγματικοί φορείς της προπαγάνδας. Όταν αποκαλύπτεται κερδίζει μεγαλύτερη προσοχή. Σε περίπτωση που ο πομπός δεν κατανοήσει το κοινό και σχεδιάσει ένα μήνυμα που δεν του αρμόζει η μαύρη προπαγάνδα μπορεί να φανεί ύποπτη και να αποτύχει .
Η φαιά ή αλλιώς γκρίζα προπαγάνδα, βρίσκεται ανάμεσα στην λευκή και στην μαύρη. Η πηγή της ενδέχεται άλλοτε να είναι και άλλοτε να μην είναι ορθά αναγνωρισμένη και η ακρίβεια της πληροφορίας είναι αβέβαιη. Πρόκειται για την υποτιθέμενη ουδέτερη προπαγάνδα, που στην πραγματικότητα κρύβει τις εχθρικές διαθέσεις του προπαγανδιστή. Χρησιμοποιείται από κυβερνήσεις, από εταιρίες με στατιστικές ετήσιες αναφορές και από διαφημιστικές που προτείνουν ένα προϊόν.
Ωστόσο, η παραπληροφόρηση μπορεί να υπάρχει στη μαύρη προπαγάνδα. Η παραπληροφόρηση είναι λανθασμένη και ατελής πληροφορία, που έχει ως στόχο τον καθένα ξεχωριστά, ένα γκρουπ ή μια χώρα. Χρησιμοποιείται για να αποδυναμώσει αντιπάλους και είναι κατασκευασμένη από νέες ιστορίες.
Επιπλέον υπάρχει και το φαινόμενο της υποπροπαγάνδας, όπου ο προπαγανδιστής διαδίδει ένα άγνωστο δόγμα για το οποίο απαιτείται ένας συγκεκριμένος χρόνος για να διαμορφωθεί ένα πλαίσιο κατανόησης στο κοινό, προκειμένου να επιτευχτεί η αποδοχή του δόγματος . Έπειτα προετοιμάζει το έδαφος για την ημέρα που θα χρησιμοποιηθεί κανονικά η προπαγάνδα για να επιτύχει ορισμένους σκοπούς της
Η λογοτεχνία της προπαγάνδας(9) συχνά αναφέρεται στην μαζική πειθώ προτείνοντας ότι η προπαγάνδα είναι πειθώ πάνω σε μια βάση που αποτελείται από πολλές άλλες. Η προπαγάνδα τείνει να συσχετίζεται με μια γενική κοινωνική διαδικασία ενώ η πειθώ θεωρείται ως μια ανεξάρτητη ψυχολογική διαδικασία. Η επικοινωνία είναι η διαδικασία με την οποία ο αποστολέας στέλνει μήνυμα στον παραλήπτη μέσω ενός καναλιού.
Ο τρόπος που δρα είναι πολύ απλός Η επικοινωνία εμπεριέχει προσπάθειες να μοιράσει κάποια μηνύματα μέσω μιας διαδικασίας συμβολικής αλληλεπίδρασης μεταξύ των ανθρώπων . Είναι χτισμένη γύρω από μια ανταλλαγή πληροφοριών που έχει μεγάλη σημασία. Η ανταλλαγή πληροφοριών μπορεί να μειώσει την αβεβαιότητα μετά από μερικούς κύκλους ανταλλαγής . Η τάση αυτή ωθεί τον παραλήπτη και τον αποστολέα να μετακινήσουν, να αλλάξουν κάπως άποψη ή να κινηθούν από το ένα σημείο στο άλλο και να ενωθούν με ένα κοινό ενδιαφέρον. Η επικοινωνία είναι μια διαδικασία όπου παραλήπτης και αποστολέας, είτε μέσω μιντιακών ή μη μιντιακών μέσων δημιουργούν, αποκτούν μεταφέρουν και χρησιμοποιούν πληροφορίες. Όταν η πληροφορία χρησιμοποιείται για να κατορθώσει ένα σκοπό κοινοποίησης, εξήγησης ή εκπαίδευσης αυτό είναι πληροφοριακή επικοινωνία. Όταν η πληροφορία αποκτηθεί τείνει να μειώσει την αβεβαιότητα. Τα μηνύματα που αναλύονται με αβεβαιότητα απωθούνται.
Ο πληροφοριακός επικοινωνιολόγος έχει ως σκοπό να δημιουργήσει μια αμοιβαία κατανόηση των δεδομένων που θεωρούνται ως ακριβή και αδιαμφισβήτητα και ιδεών που είναι βασισμένες σε δεδομένα. Η προπαγάνδα χρησιμοποιεί την πληροφοριακή επικοινωνία με παρόμοιο τρόπο . Η διαφορά είναι ότι ο σκοπός υπερβαίνει την αντίληψη της αμοιβαίας κατανόησης. Ο σκοπός της προπαγάνδας είναι να προωθήσει ένα επαναστατικό ή ανταγωνιστικό σκοπό, με βάση το συμφέρον του προπαγανδιστή αλλά όχι απαραίτητα το συμφέρον του παραλήπτη. Ο παραλήπτης μπορεί να πιστέψει ότι η επικοινωνία είναι απλά πληροφοριακή.
Η διαφορά μεταξύ της λευκής προπαγάνδας και της πληροφοριακής επικοινωνίας είναι ότι η πρώτη πληροφορεί μόνο για να προωθήσει μια συγκεκριμένη ιδεολογία. Οι τεχνικές της πληροφοριακής επικοινωνίας χρησιμοποιούνται επίσης στην φαία και στην μαύρη προπαγάνδα άλλα η πληροφορία δεν είναι τόσο ακριβής και ούτε βασίζεται στην πραγματικότητα.
Κατά τους Ο’Donnell και Kable, η πειθώ είναι μία περίπλοκη συνεχή διαδικασία, όπου ένας αποστολέας και ένας παραλήπτης συνδέονται από σύμβολα προφορικά και μη, μέσω των οποίων αυτός που πείθει προσπαθεί να επηρεάσει τον άλλον , να υιοθετήσει μία αλλαγή σε ένα συγκεκριμένο πεδίο ή συμπεριφορά γιατί ο δέκτης έχει διαφορετικές ιδέες. Πρόκειται για μία αμοιβαία διαδικασία όπου και τα 2 μέρη αλληλοεξαρτώνται. Ο πομπός προσπαθεί να εκπληρώσει τις ανάγκες ενός ενεργού κοινού και γνωρίζει καλά ότι για να πείσει το κοινό πρέπει να κατορθώσει, αυτό που προτείνει να ταιριάζει με τις ανάγκες του κοινού, για να υιοθετήσει με τη σειρά του το μήνυμά του.
Εν αντιθέσει, η πειθώ (10) προσπαθεί να πετύχει μία συγκεκριμένη απόκριση από το κοινό μέσα από τρία στάδια: α) τη διαμόρφωση-σχηματισμό απάντησης: προσπαθεί να διαμορφώσει την απόκριση του κοινού διδάσκοντας πώς να συμπεριφέρεται και να προσφέρει κάποιο θετικό αποτέλεσμα, β) την ενίσχυση της απάντησης: ο πομπός υπενθυμίζει στο κοινό τις θετικές συμπεριφορές-σημεία και το ωθεί να τα ενστερνιστεί δείχνοντας τις στάσεις τους μέσω ειδικών μορφών συμπεριφοράς και γ) την αλλαγή απόκρισης: Το κοινό είναι απρόθυμο να αλλάξει συμπεριφορά και ο πομπός πρέπει να συσχετίσει την αλλαγή με κάτι που το κοινό ήδη πιστεύει. Αυτό λέγεται άγκυρα και θα χρησιμοποιηθεί για να δεσμευτεί το κοινό με νέες τάσεις. Τα πιστεύω εκφράζουν μία σχέση ανάμεσα σε 2 πράγματα και σε ένα πράγμα με ένα χαρακτηριστικό του και ο πομπός οφείλει να δημιουργήσει μία νέα πεποίθηση.
Η προπαγάνδα αρνείται την απόσταση από το κοινό και εκφράζει την επιθυμία του προπαγανδιστή, εν αντιθέσει με την πειθώ. Στην πειθώ, κάποιος αλλάζει στάση από επιλογή του. Ο πομπός , ανάλογα με τις προθέσεις του μπορεί να παραπλανήσει το κοινό. Αυτό πολλές φορές το κοινό το γνωρίζει και με τη θέλησή του μπορεί να αλλάζει στάση γνωρίζοντας τα κίνητρα του πομπού. Ωστόσο πολλές φορές μπορεί να πιστέψει τον ομιλητή και να χειραγωγηθεί χωρίς να ξέρει τι συμβαίνει. Και αυτό είναι προπαγάνδα.
Ο προπαγανδιστής αποκρύπτει τον πραγματικό σκοπό του και ελέγχει τη ροή των πληροφοριών. Αποκρύπτει πληροφορίες, διακινεί πληροφορίες σε ακαθόριστες στιγμές ή σε αντιπαράθεση με άλλες που μπορούν να επηρεάσουν την κοινή γνώμη, παράγοντας και προωθώντας πληροφορίες σε επιλεγμένο κοινό. Προσπαθεί να ελέγξει τη ροή, έχοντας τον έλεγχο των ΜΜΕ και παρουσιάζοντας τις πληροφορίες νοθευμένες.
Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η προπαγάνδα χρησιμοποιήθηκε για να εισάγει τα έθνη στα νέα ήθη πατριωτισμού, να δεσμεύσει πολεμική προσπάθεια και να σπείρει το μίσος κατά του εχθρού. Αναπτύχθηκε για να φέρει συνεργασία ανάμεσα στην εκβιομηχανοποιημένη κοινωνία και στις αντιμαχόμενες ένοπλες δυνάμεις. Κάποιες φορές η προπαγάνδα ήταν ακριβής ενώ άλλες εξαπατούσε.
Στο Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, η χρήση της προπαγάνδας γινόταν καθαρά για να γίνει αντιληπτός ο σκοπός του πολέμου χωρίς τη χρήση βίας ή με λιγότερη άσκηση βίας εκεί που είναι απαραίτητη. Η Προπαγάνδα γινόταν κυρίως μέσω ραδιοφώνου και ταινιών. Ωστόσο, τα φιλμ αποδείχτηκαν μη αποτελεσματικά στην επίδραση των θεωριών.
Μέσα στο χρόνο, η προπαγάνδα εξελίχθηκε και ακολούθησε τις εκάστοτε πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες, ανάλογα κάθε φορά με το πολιτικό καθεστώς και την περιοχή. Μπορεί να συγχέεται με την πειθώ αλλά δεν είναι πειθώ. Ο όρος του ψυχαναγκασμού του υποσυνειδήτου μας, δε μπορεί να είναι συνυφασμένος με την πειθώ, εφόσον πειθώ δε σημαίνει βίαια είτε λεκτικά είτε πνευματικά «αλλάζω» ιδέες. Άρα καταλήγουμε στο ότι η πειθώ δεν είναι προπαγάνδα, αλλά ούτε η προπαγάνδα είναι πειθώ. Μπορεί να ενέχει τη δυνατότητα της πειθούς να πείθει τον δέκτη να «συντονιστεί» σε μία κατάσταση, αλλά αυτό δεν την καθιστά είδος πειθούς.
Βασικές τεχνικές της προπαγάνδας
Όπως προαναφέραμε, η προπαγάνδα έχει θεωρηθεί ως μία μορφή «τέχνης» από πολλούς θεωρητικούς. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι πρόκειται για μία «τέχνη του λόγου» με αρνητική σημασία στην προκειμένη περίπτωση. Με το πέρασμα του χρόνου, οι μελετητές παρατήρησαν το φαινόμενο της προπαγάνδας εν γένει και κατέληξαν σε κάποιες βασικές τεχνικές που επαναλαμβάνονταν.
Ο φόβος είναι ένα βασικό συναίσθημα του ανθρώπου, που ενεργοποιείται από την ύπαρξη κάποιας απειλής ή ενός κινδύνου. Θα μπορούσαμε να τον χαρακτηρίσουμε ως ένα μηχανισμό άμυνας, ως μία αντίδραση στη δράση-κίνδυνο ή δράση – απειλή. Ο φόβος είναι μία βασική τεχνική της προπαγάνδας, εφόσον σε κατάσταση φόβου το κοινό, μπορεί πολύ πιο εύκολα να δεχθεί και να αφομοιώσει τα μηνύματα του εκάστοτε προπαγανδιστή. (11)
Μία ακόμα βασική τεχνική είναι η επίκληση της ιστορίας και μεγάλων ιστορικών προσωπικοτήτων. Η αναφορά σε σημαντικές προσωπικότητες έχει ως κύριο στόχο να ενισχυθούν οι προπαγανδιστικές ιδέες και να γίνουν ευκολότερα αποδεκτές. Η ιστορία λειτουργεί ως παράδειγμα, που ανάλογα με τις θέσεις του προπαγανδιστή δείχνει στο δέκτη του μηνύματος, το ορθό και το μη ορθό που πρέπει να ακολουθήσει ή να μην ακολουθήσει αντίστοιχα.
Εν συναρτήσει με την προηγούμενη τεχνική, συνδέουμε και το θέμα της επανάληψης ιστορικών γεγονότων ή και πράξεων. Μέσω της επανάληψης, ο προπαγανδιστής επαναπροσδιορίζει την ιστορία με στόχο τα ιστορικά γεγονότα που θα επικαλεστεί, να επανερμηνευτούν με απώτερο σκοπό την έμφαση στο προπαγανδιστικό μήνυμα. (12)
Βέβαια, το προπαγανδιστικό μήνυμα, μπορεί να τονιστεί εξίσου και μέσω της μαρτυρίας. Ανάλογα πάντα με το τι στοχεύει ο προπαγανδιστής, να ενισχύσει- στηρίξει μία πολιτική ή να κατατροπώσει κάποια αντίθετα πολιτική που δεν είναι προσκείμενη στα πιστεύω του, η μαρτυρία μπορεί να λειτουργήσει και ανασταλτικά. Ωστόσο, αυτό που προσέχουμε στο θέμα της μαρτυρίας, είναι το υπόβαθρο του υποκειμένου της. Όσο πιο μεγάλη φήμη έχει τόσο πιο πολύ μπορεί να επηρεάσει την κοινή γνώμη.
Επιπλέον, κάτι ακόμα που μπορεί να επικαλεστεί ο προπαγανδιστής για να ενισχύσει το λόγο του είναι το «εφφέ της μάζας» ή αλλιώς «εφφέ του κοπαδιού» (13). Με βάση αυτή την τεχνική, ο προπαγανδιστής τονίζει ότι υπάρχει από πίσω του ένα ρεύμα ατόμων που ενστερνίζονται τις απόψεις του και τον ακολουθούν. Δηλαδή πρόκειται για τη λογική της μάζας. Εκεί που πάνε οι πολλοί, οι υπόλοιποι ακολουθούν.
Παράλληλα, ο προπαγανδιστής δε σταματά σε αυτό το σημείο. Χρησιμοποιεί πολλές φορές μία εκτενή επιχειρηματολογία εναντίον των αντιπάλων του. Ο στόχος του είναι το κοινό, να αποδοκιμάσει τον αντίπαλό του και να ενισχύσει τη θέση του ίδιου του προπαγανδιστή. Επίσης, για να προκαλέσει συγκινησιακή φόρτιση και γενικότερα να επικαλεστεί το συναίσθημα του κοινού του ενδέχεται να χρησιμοποιείσαι εκθαμβωτικές γενικότητες και ηθικολογίες. Αυτές οι ηθικολογίες και οι γενικότητες, μπορεί να αφορούν το αίσθημα της εμπιστοσύνης, τη δικαιοσύνη, την αλήθεια, την ίδια την ιστορία, την πατρίδα, την οικογένεια κλπ. Σε αυτό φυσικά βοηθά και η εσκεμμένη ασάφεια του προπαγανδιστή.(14)
Μία ακόμη τεχνική είναι και η μεταβίβαση, κατά την οποία ο προπαγανδιστής προβάλλει θετικά ή και αρνητικά χαρακτηριστικά ενός ατόμου, με σκοπό την απόρριψη του αντιπάλου του αλλά ταυτόχρονα και τη δική του αποδοχή. (15)
Αυτές είναι μόνο μερικές από τις βασικότερες τεχνικές της προπαγάνδας. Στηριζόμενος σε αυτές, ο προπαγανδιστής, προσπαθεί να διαστρέψει τα γεγονότα και να κάνει το κοινό που έχει στοχεύσει να πιστέψει σε αυτό με δόλιο τρόπο. Άρα συμπεραίνουμε ότι ισχύει ο ορισμός που αποδίδει ο Καλογερόπουλος στο βιβλίο του. Η προπαγάνδα είναι όντως ένα μέσο βιασμού των λαών και όχι μόνο. Είναι ένα μέσο κατάλυσης οποιασδήποτε μορφής δημοκρατία, διότι καταλύει την ελευθερία της έκφρασης του δέκτη, ο οποίος δεν μπορεί να αντιδράσει στην υποσκάπτουσα ενέργεια του προπαγανδιστή, με τον προπαγανδιστή να προσπαθεί να αποδώσει μία δική του πραγματικότητα.(16)
Υποσημειώσεις:
(1) Ν. Καλογερόπουλος, «Η προπαγάνδα μέσον βιασμού των λαών», Εκδ. Σιδέρης, Αθήνα, 1986
(2)Γ.Μπαμπινιώτης, «Μικρό λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας»: σελ731
(3)Γ. Βλάχου, «Πολιτική Ψυχολογία», Παπαζήσης, Αθήνα,1975: σελ . 81-87
(4)ό.π ,σελ . 81-87
(5)Γ. Βλάχου, «Πολιτική Ψυχολογία», Παπαζήσης, Αθήνα,1975: σελ.88
(6)N. Chomsky, “Media control” : σελίδα 13 « state propaganda, when supported by the educated classes and when no deviation is permitted from it can have a big effect»
(7)G.Jowett-V.O’Donnell, “Propaganda and persuasion”,Sage Publications
(8)ο.π.
(9)G.Jowett-V.O’Donnell, “Propaganda and persuasion”,Sage Publications
(10)https://dig-ekthesi.wikispaces.com/file/view/ΘΕΩΡΙΑ+ΠΕΙΘΟΥΣ.doc
(12)http://www.ramnousia.com/2012/05/blog-post_3509.html#.UtwVPPvQCzc
(14)http://falsefaith.blogspot.gr/2010/10/blog-post_23.html
(15)http://thesecretrealtruth.blogspot.com/2011/11/blog-post_4844.html
(16)http://ebooks.edu.gr/modules/ebook/show.php/DSGL-B103/94/764,2806/
Βιβλιογραφία:
Bernays E., “Propaganda”, Ig Publishing; New edition edition, 2004
Βλάχου Γ., «Πολιτική Ψυχολογία», Παπαζήσης, Αθήνα,1975
Chomsky Ν., “Media control”, Seven stories press, New York, 1991
Δεμερτζής Ν. , «Η πολιτική ιδεολογία και κουλτούρα», Καστανιώτη, Αθήνα, 2000
Ellul J., “Propaganda , the formation of men’s attitudes”, Vintage Books, New York, 1973
G.Jowett-V.O’Donnell, “Propaganda and persuasion”,Sage Publications, 2011
Καλογερόπουλος Ν. , «Η προπαγάνδα μέσον βιασμού των λαών», Εκδ. Σιδέρης, Αθήνα, 1986
Pratkanis A. – Aronson E. , “Age of propaganda”, Henri Holt Company, 1999
Συλλογικό, Επιμέλεια: Λ.Δρούλια-Γ.Κουτσοπανάγου, «Εγκυκλοπαίδεια του Ελληνικού τύπου 1784-1974», Τόμος Α’, Ινστιτούτο Νεοελληνικών ερευνών, Αθήνα 2008