Print this page
Τρίτη, 19 Φεβρουαρίου 2019 23:07

Κατερίνα Αγγελάκη – Ρουκ: «Με την ανάσα μου νικώ το χρόνο»

Συνέντευξη της ποιήτριας και μεταφράστριας Κατερίνας Αγγελάκη – Ρουκ στη Ράνια Παπαδοπούλου

 «Όσο προχωράει η ζωή, τόσο πιο ανεξέλεγκτη γίνεται η εξάρτησή μου από το χρόνο. Τις σπάνιες στιγμές που τον ξεχνάω, πάλι μ’ αυτόν μετράω τη χαρά μου. Η απόλυτη εξουσία του με οδήγησε σε μια πιο πεζή προσέγγιση της ζωής. Ο διάλογος των αντιθέτων βοηθάει να ανοίξει ο ορίζοντας και να αντικρίσω ίσως διαφορετικά την πραγματικότητα, που την έχουμε ακινητοποιήσει με μια κατασκευασμένη οπτική. Και τότε ξαφνικά γεννιούνται ποιήματα. Ο δυνάστης χρόνος εμπνέει, πάντα όμως με τον πεζό του λόγο, ποιήματα ουσίας που κάνουν να πλησιάζουμε τα αρνητικά, τα δύσκολα στοιχεία της ζωής μας: τη θλίψη, τη σιωπή, την επιβίωση, το χωρισμό από την έννοια του μέλλοντος, και βέβαια το θάνατο. Αλλά υπάρχει και ένα φως που αναδύεται από το σκοτάδι. Είναι η ανάσα μου, που βγαίνει σταθερή και μου χαρίζει ακόμη τη ζωή. Με την ανάσα μου νικώ το χρόνο, έστω και για μια στιγμή», γράφει η ποιήτρια και μεταφράστρια Κατερίνα Αγγελάκη – Ρουκ  στο νέο της βιβλίο με τίτλο «Των αντιθέτων διάλογοι και με τον ανήλεο χρόνο», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη.

twn antithetwnΓεννημένη το 1939 στην Αθήνα, η Κατερίνα Αγγελάκη – Ρουκ, αποτελεί μία από τις σπουδαιότερες εν ζωή ποιήτριες και μεταφράστριες της ελληνικής λογοτεχνίας, με σπουδές στην Αθήνα, τη Γαλλία και τη Γενεύη. Πρωτοεμφανίστηκε στη λογοτεχνία περί το 1956, όταν σε ηλικία δεκαεπτά ετών δημοσιεύτηκε το ποίημά της με τίτλο «Μοναξιά» στο περιοδικό «Καινούρια εποχή», έπειτα από παρότρυνση του πνευματικού της πατέρα, Νίκου Καζαντζάκη, που αν και δε τον γνώρισε ποτέ, αναπτύχθηκε στη σκιά του, όπως θα αναφέρει κατά τη διάρκεια της συζήτησής μας. Το 1985 έλαβε το Κρατικό Βραβείο Ποίησης, το 2000 το Βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών και το 2014 βραβεύτηκε με το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων για το σύνολο του έργου της. Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί σε πάρα πολλές γλώσσες, ενώ εξίσου σημαντικό είναι και το μεταφραστικό της έργο, το οποίο επικεντρώνεται στην ποίηση. Ωστόσο, μία από τις σημαντικότερες στιγμές της ζωής της ήταν η γνωριμία της με τον σύζυγό της, το Ρόντνεϊ Ρουκ, του οποίου την απώλεια δε μπορεί να συνηθίσει μέχρι και σήμερα.

Το ραντεβού της Σχεδίας με την Κατερίνα Αγγελάκη – Ρουκ κλείστηκε στο σπίτι της στα Εξάρχεια, ένα πρωινό περί τα τέλη Μαΐου, όπου μας υποδέχθηκε χαμογελαστή και μας μίλησε για αυτή την αέναη μάχη της ζωής με το χρόνο, τις εμπειρίες της και την ποίηση.

«Είμαι η Κατερίνα… και κόψε τον πληθυντικό, δε μου αρέσει!», είπε, και κάπως έτσι ξεκίνησε η συζήτησή μας.

Στους αντίθετους διαλόγους, που καταλαμβάνουν το πρώτο μέρος του βιβλίου της δεν υπάρχει κάποιος νικητής. Το ενδιαφέρον αυτών των διαλόγων έγκειται στο γεγονός ότι είτε οι δύο συνομιλητές τα βρίσκουν είτε ο ένας παραδέχεται την ανωτερότητα του άλλου. Ωστόσο, μεγάλο ρόλο παίζει ο χρόνος, όπως συμβαίνει και στη ζωή του κάθε ανθρώπου. Ο χρόνος, που μας ελέγχει, όπως ελέγχει τώρα κι εκείνη.

 «Ο χρόνος μας ελέγχει»

 «Ο χρόνος με ελέγχει απόλυτα. Αυτό δε συνέβαινε όταν ήμουν νέα. Όσο μεγαλώνω και γερνάω βασικά, ο χρόνος είναι το μόνο αφεντικό. Δηλαδή, εγώ τώρα που σε ένα χρόνο θα είμαι ογδόντα ετών, έχω αφαιρέσει την ιδέα του μέλλοντος από τη ζωή μου. Δε μπορώ να πω ότι θα αρχίσω να κάνω αυτό ή το άλλο. Απλώς, στην καλύτερη περίπτωση και αν σε αυτήν είμαι εντάξει, ζω τη στιγμή, όπως μπορώ με τις δυνάμεις που μου έχουν απομείνει. Το τώρα είναι πια παντοδύναμο. Το ‘για πάντα’ είναι ένας τρόπος που εκφράζεις ότι αυτό που σου συμβαίνει θα ήθελες να κρατήσει. Δε σημαίνει ότι θα είναι για πάντα. Είναι μία ελπίδα, μία ευχή. Και να κρατήσει και όταν κι εσύ θα έχεις φύγει από τη ζωή.».

Γιατί όμως μία ποιήτρια σαν την Κατερίνα Αγγελάκη – Ρουκ να νιώθει ότι το μέσα της είναι το απόλυτο άδειο; «Το μέσα μου είναι άδειο με την έννοια της ηλικίας. Δηλαδή, αυτά που με εντυπωσίαζαν δε με εντυπωσιάζουν, αυτά που μου έδιναν χαρά δε μου δίνουν χαρά και είμαι απέναντι σε ένα άδειο, το οποίο βεβαίως είναι γεμάτο με το φόβο του θανάτου. Αυτός ο φόβος είναι που τα αδειάζει όλα».

Όσον αφορά το θέμα ψυχή και θάνατος, η ποιήτρια αναφέρει: «Η ψυχή είναι για εμένα το αδιάκοπο σημείο της ύπαρξής μας. Ο άνθρωπος εφεύρε την ψυχή για να δικαιώσει και να δικαιολογήσει για το πώς αγαπάμε αυτή τη ζωή, τι προσφέρουμε σε αυτή τη ζωή, τι μας προσφέρει αυτή η ζωή. Όλα αυτά κάθονται στην ψυχή νομίζω».

Τα όνειρα και το μέλλον

Κατά την ποιήτρια σήμερα οι άνθρωποι έχουν πάψει να ονειρεύονται γιατί «δεν αγαπούν ό,τι δε μπορούν να ελέγξουν. Τα όνειρα δε μπορούν να τα ελέγξουν και δεν ξέρω πώς τα βλέπουν. Πιστεύω ότι δεν έχουμε φτάσει ακόμα σε αυτό το σημείο της απανθρωπιάς. Το να πιστεύουμε στα όνειρα, αυτό είναι λίγο δύσκολο. Αλλά, δε μπορεί να σταματήσει το να μας δίνουν μία παραμυθένια οπτική». Ωστόσο, παρ’ όλο που ανησυχεί για το μέλλον, λόγω της κυριαρχίας της τεχνολογίας δεν είναι τόσο απαισιόδοξη καθώς «όταν κάτι φτάσει στο άκρο, όπως η μηχανική ζωή που ζούμε, θα πατήσει πάτο και θα ξαναρχίσει από μία νέα αρχή».

SKMBT C35180705123600 page 001Μέσα σε αυτό το κλίμα, η ποίηση μπορεί να αποτελέσει το αντίδοτο σε οποιοδήποτε δηλητήριο της εποχής μας και ταυτόχρονα μία διέξοδο για τους νέους. «Η ποίηση τελικά είναι μία διέξοδος της καθημερινότητας, η οποία τώρα έχει γίνει βάρος ασήκωτο και δε μπορείς να το αποφύγεις με τίποτα. Βλέπω πως αυξάνει η ποίηση και ιδίως από τους νέους και αυτό είναι πολύ σημαντικό. Επίσης δείχνει αυτό που πάντα ήταν αλλά δεν το βλέπαμε τόσο καθαρά, πόσο η έκφρασή της συμβαδίζει με τον τρόπο ζωή. Δηλαδή χρησιμοποιεί φράσεις, σύγχρονες και μοντέρνες λέξεις και δεν ξεφεύγει από την ποίηση. Και αυτό που για εμένα είναι πάρα πολύ ελπιδοφόρο είναι το ότι πλέον οι νέοι γράφουν πάρα πολύ. Είναι πάρα πολύ ενδιαφέρων ο τρόπος αυτός που χωρίς να ξεχωρίζουν την ποίηση από την καθημερινότητα, η ποίηση ξεχωρίζει με τις ίδιες της τις δυνάμεις χωρίς να αφήνει την καθημερινότητα. Η ποίηση μπορεί να δώσει μια διέξοδο στους νέους, γιατί ακόμα εξακολουθεί  να είναι από τα ελάχιστα πράγματα που δεν συμπεριλαμβάνεται το συμφέρον που είναι η καταδίκη της εποχής μας, όπου αν δε σε συμφέρει κάτι δεν το κάνεις. Αλλά είμαι αισιόδοξη για την ποίηση».

Ωστόσο, γιατί δεν κυριαρχεί η ποίηση στα σχολεία όπως παλαιότερα; Η Κατερίνα Αγγελάκη – Ρουκ θεωρεί υπαίτια για αυτή την κατάσταση τη μηχανοποίηση. «Πλέον δεν κυριαρχεί τίποτα που να μην είναι μηχανάκι. Δεν θα χρειάζεται να κάνουμε τον κόπο να αναπνέουμε. Θα πατάμε ένα κουμπί και θα αναπνέει για εμάς. Αυτή είναι η μηχανοποίηση όλης της ανθρωπότητας. Βεβαίως δε θα είμαι τότε εδώ, αλλά ίσως οδηγήσει σε μία επανάσταση και ξαναρχίσουμε από την αρχή. Αυτό δεν πάει άλλο και έχει ακόμα να πάει πολύ. Μία μηχανική βίωση της ζωής, την οποία δεν πρόκειται να τη συλλάβει ο ανθρώπινος νους».

Ορίζοντας την ποίηση

Όλη η ζωή της Κατερίνας Αγγελάκη – Ρουκ έχει σχέση με την ποίηση. Ωστόσο, για την ποιήτρια δεν υπάρχει κάποιος ορισμός για το τι είναι ποίηση. «Παλαιότερα ποίηση ήταν η χρησιμοποίηση μίας ορισμένης γλώσσας, με ποιητικές λέξεις. Τώρα ισχύει το αντίθετο. Ό,τι λέξη χρησιμοποιείται στην καθημερινότητα, χρησιμοποιείται και στην ποίηση. Δεν υπάρχει ορισμός της ποίησης, αλλά πάντα θα υπάρχει ποίηση και όταν βγαίνει και είναι αληθινή, όλοι θα την αναγνωρίζουν. Πώς θα την αναγνωρίζουν χωρίς να έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά; Ακόμη ένα μυστήριο της ζωής».

Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στο τεύχος 61 του περιοδικού δρόμου Σχεδία (Ιούλιος - Αύγουστος 2018)

Φωτογραφίες: Γιάννης Ζινδριλής